Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Ήταν η άνοδος του Νεοφιλελευθερισμού η πρωταρχική αιτία της ακραίας ανισότητας; (3ο μέρος)

Συνέχεια από το 2ο μέρος

Όπως και ο κομμουνισμός, ο νεοφιλελευθερισμός είναι ο Θεός που απέτυχε. Αλλά το δόγμα-ζόμπι τρικλίζει και ένας από τους λόγους είναι η ανωνυμία του. Η μάλλον ένα σύμπλεγμα ανωνυμιών.

Το αόρατο δόγμα του αόρατου χεριού προωθείται από αόρατους χρηματοδότες. Αργά, πολύ αργά, αρχίσαμε να ανακαλύπτουμε τα ονόματα μερικών εξ αυτών. Βρήκαμε ότι το Institute of Economic Affairs, που έχει ταχθεί στα μέσα ενημέρωσης σθεναρά κατά της περαιτέρω ρύθμισης της καπνοβιομηχανίας, χρηματοδοτούταν κρυφά από την British American Tobacco από το 1963. Ανακαλύψαμε ότι οι Charles και David Koch, δυο από τους πλουσιότερους άντρες στον πλανήτη, ίδρυσαν το ινστιτούτο που εγκαθίδρυσε το κίνημα Tea Party. Βρήκαμε ότι ο Charles Koch, κατά τη θεμελίωση μίας εκ των δεξαμενών σκέψης, σημείωσε ότι «προκειμένου να αποφύγουμε την ανεπιθύμητη κριτική, δε θα πρέπει να διαφημίζεται ευρέως το πώς ελέγχεται και διευθύνεται η οργάνωση».

Οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο νεοφιλελευθερισμός συχνά κρύβουν περισσότερα από όσα δηλώνουν. «Η αγορά» ακούγεται σαν ένα φυσικό σύστημα που δρα επάνω μας ισότιμα, όπως η βαρύτητα ή η ατμοσφαιρική πίεση. Αλλά είναι γεμάτη με σχέσεις εξουσίας. Αυτό που «θέλει η αγορά» τείνει να σημαίνει αυτό που θέλουν οι εταιρείες και τα αφεντικά τους. Η «επένδυση», όπως σημειώνει ο Sayer, σημαίνει .....
.....  δύο διαφορετικά πράγματα. Το ένα είναι η χρηματοδότηση παραγωγικών και κοινωνικά χρήσιμων δραστηριοτήτων και το άλλο είναι η αγορά υπαρχόντων ακινήτων, με σκοπό το άρμεγμά τους για νοίκι, τόκους, μερίσματα και κέρδη κεφαλαίου. Η χρήση του ίδιου όρου για διαφορετικές δραστηριότητες «καμουφλάρει τις πηγές πλούτου», κάνοντάς μας να συγχέουμε την εξαγωγή πλούτου με τη δημιουργία πλούτου.

Πριν από έναν αιώνα οι νεόπλουτοι δυσφημίζονταν από εκείνους που είχαν κληρονομήσει τα χρήματά τους. Οι επιχειρηματίες αναζητούσαν την κοινωνική αποδοχή προβάλλοντας τους εαυτούς τους ως εισοδηματίες. Σήμερα, η σχέση αυτή έχει αντιστραφεί: οι εισοδηματίες και κληρονόμοι προσαγορεύουν τους εαυτούς τους επιχειρηματίες. Ισχυρίζονται ότι έχουν κερδίσει το μη δεδουλευμένο εισόδημά τους.

Αυτές οι ανωνυμίες και συγχύσεις συνυφαίνονται με την ανωνυμία και την ατοπία του σύγχρονου καπιταλισμού: το μοντέλο franchise που εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι δεν γνωρίζουν για ποιον καταβάλλουν τον μόχθο τους, οι εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες μέσω ενός δικτύου υπεράκτιων καθεστώτων απορρήτου τόσο πολύπλοκου, ώστε ακόμη και η αστυνομία να μην μπορεί να ανακαλύψει τους πραγματικούς δικαιούχους, οι φορολογικές ρυθμίσεις που ξεγελούν τις κυβερνήσεις, τα χρηματοοικονομικά προϊόντα που κανείς δεν καταλαβαίνει.

Η ανωνυμία του νεοφιλελευθερισμού φυλάσσεται με αγριότητα. Αυτοί που επηρεάζονται από τους Χάγιεκ, Μίζες και Φρίντμαν τείνουν να απορρίπτουν τον όρο, υποστηρίζοντας –κάπως δικαιολογημένα- ότι χρησιμοποιείται σήμερα μόνο υποτιμητικά. Αλλά δε μας αφήνουν υποκατάστατο. Κάποιοι περιγράφουν τους εαυτούς τους ως κλασικούς φιλελεύθερους ή ελευθεριακούς, αλλά αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι τόσο παραπλανητικοί όσο και περιέργως αυτό-αναιρούμενοι, καθώς υποδηλώνουν ότι δεν υπάρχει τίποτα καινοτόμο στο Δρόμο προς τη Δουλεία, το Bureaucracy ή στο κλασικό έργο του Φρίντμαν, Καπιταλισμός και Ελευθερία.

Παρόλα αυτά, υπάρχει κάτι αξιοθαύμαστο σχετικά το νεοφιλελεύθερο σχέδιο, τουλάχιστον στα πρώιμα στάδιά του. Ήταν μια ξεχωριστή, πρωτοποριακή φιλοσοφία που προάχθηκε από ένα συνεκτικό δίκτυο στοχαστών και ακτιβιστών με ένα σαφές σχέδιο δράσης. Ήταν υπομονετικό και επίμονο. Ο Δρόμος προς τη Δουλεία έγινε η πορεία προς την εξουσία.

Ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού αντικατοπτρίζει επίσης την αποτυχία της αριστεράς. Όταν η οικονομία του laissez-faire οδήγησε στην καταστροφή του 1929, ο Κέυνς εφηύρε μια γενική θεωρία για να την αντικαταστήσει. Όταν κεϋνσιανή διαχείριση της ζήτησης απέτυχε τη δεκαετία του ’70, υπήρχε έτοιμη η εναλλακτική λύση. Αλλά όταν ο νεοφιλελευθερισμός κατέρρευσε το 2008 υπήρχε το … τίποτα. Γι ‘αυτό το ζόμπι περπατάει. Η αριστερά και το κέντρο δεν παρήγαγαν κανένα νέο γενικό πλαίσιο οικονομικής σκέψης για 80 χρόνια.

Κάθε επίκληση του Κυρίου Κέυνς είναι μια παραδοχή αποτυχίας. Το να προτείνουμε κεϋνσιανές λύσεις στις κρίσεις του 21ου αιώνα είναι σαν να αγνοούμε τρία προφανή προβλήματα. Είναι δύσκολο να κινητοποιήσουμε ανθρώπους γύρω από παλιές ιδέες, τα ελαττώματα που εκτέθηκαν τη δεκαετία του ’70 δεν έχουν εξαφανιστεί, και, το σημαντικότερο, δεν έχουν τίποτα να πουν για το σοβαρότερό μας πρόβλημα: την οικολογική κρίση. Ο κεϋνσιανισμός λειτουργεί με την τόνωση της ζήτησης των καταναλωτών για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης. Η καταναλωτική ζήτηση και η οικονομική ανάπτυξη είναι οι κινητήρες της καταστροφής του περιβάλλοντος.

Αυτό που μας δείχνει η ιστορία του κεϋνσιανισμού και του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι δεν είναι αρκετοί για να αντιταχθούν σε ένα χαλασμένο σύστημα. Πρέπει να προταθεί μια συνεκτική εναλλακτική λύση. Για τους Εργατικούς, τους Δημοκρατικούς και την ευρύτερη αριστερά, ο κεντρικός στόχος πρέπει να είναι η ανάπτυξη ενός οικονομικού προγράμματος Απόλλων, μια συνειδητή προσπάθεια να σχεδιαστεί ένα νέο σύστημα, προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου