Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Κεϋνσιανισμός


Στη Βρετανία, αλλά ακόμη περισσότερο στις ΗΠΑ, ο Keynes αντιμετωπίζεται περίπου ως σοσιαλιστής. Η άποψη αυτή είναι λανθασμένη. Ο Keynes δεν ήταν υπέρμαχος των εθνικοποιήσεων, αλλά εν πολλοίς δεν ήταν ούτε και υποστηρικτής των ρυθμιστικών παρεμβάσεων στον οικονομικό τομέα. Δεν θα λέγαμε ότι εξυμνούσε τον καπιταλισμό, αλλά ασφαλώς δεν επιδίωκε και τον ενταφιασμό του. Πίστευε ότι, παρ’ όλα τα μειονεκτήματά του, ο καπιταλισμός αποτελούσε το καλύτερο οικονομικό σύστημα που έχει υπάρξει' το αναγκαίο στάδιο για τη μετάβαση από τη στέρηση στην αφθονία, από τη ζωή του μόχθου σε ό,τι αποτελούσε το «ευ ζην» για τον Keynes.

Ο Keynes θεωρείται επίσης «απόστολος» των πάγιων ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Ωστόσο, η ρήση «Τα ελλείμματα δεν έχουν σημασία» δεν ανήκει στον Keynes, αλλά διατυπώθηκε το 2003 από τον Glen Hubbard, πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών Συμβούλων (Council of Economic Advisers) του George Bush. Αυτό που μπορεί να προκαλέσει έκπληξη στους αναγνώστες είναι ότι ο Keynes υποστήριζε ότι σε φυσιολογικές συνθήκες οι κρατικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να είναι πλεονασματικοί. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι μεγαλύτεροι διασπαθιστές δημόσιου χρήματος στην ιστορία των ΗΠΑ είναι οι Ρεπουμπλικανοί πρόεδροι που....


επιδίδονταν σε κηρύγματα υπέρ της ελεύθερης αγοράς και ενάντια στον κεϋνσιανισμό, ενώ τα τελευταία τριάντα χρόνια ο πιο συντηρητικός πρόεδρος ως προς τις δημοσιονομικές δαπάνες είναι ο Δημοκρατικός Bill Clinton.

Ο Keynes δεν ήταν ένθερμος υποστηρικτής ούτε του μοντέλου tax-and-spend που πρεσβεύει ότι τα φορολογικά έσοδα θα πρέπει να προσδιορίζουν το ύψος των δημόσιων δαπανών. Στο τέλος της ζωής του έφτασε στο σημείο να αναρωτιέται αν τελικά ήταν σκόπιμο ο δημόσιος τομέας να απορροφά περισσότερο από το 25% του εθνικού εισοδήματος.

Εκτός αυτού, ο Keynes δεν υποστήριζε ότι η ανεργία οφειλόταν σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις στη μείωση της συνολικής ζήτησης, αλλά αποδίδει μεγάλο μέρος της στους ανελαστικούς μισθούς και στις ανελαστικές τιμές, προσεγγίζοντας έτσι τις απόψεις του Milton Freedman. Ωστόσο, δεν πίστευε ότι αυτό ήταν το πρόβλημα τη δεκαετία του 1930. Η θέση του ήταν ότι, αν εξαιρέσει κανείς ορισμένες περιόδους ιδιαίτερης έξαρσης, θα εξακολουθούσε πάντοτε να υφίσταται ανεργία λόγω ανεπαρκούς ζήτησης, που μπορούσε να αντιμετωπιστεί από τον κρατικό τομέα με την εφαρμογή μέτρων για την επέκταση της ζήτησης.

Ο Keynes δεν ήταν υπέρμαχος της άσκησης πληθωριστικής πολιτικής. Πίστευε στη σταθερότητα των τιμών, ενώ για μεγάλο διάστημα της επαγγελματική του ζωής υποστήριζε ότι οι κεντρικές διοικήσεις μπορούν να επιτύχουν σταθερότητα τιμών περιορίζοντας την προσφορά χρήματος - συγκλίνοντας και σε αυτό το σημείο με τις απόψεις του Freedman. Άλλωστε, πίστευε ότι, όταν οι τιμές και η παραγωγή είναι σε ελεύθερη πτώση, είναι βλακώδες να ανησυχεί κανείς για τον πληθωρισμό.

Ως ένα βαθμό είναι λογικό να θεωρούμε τον Keynes οικονομολόγο των κρίσεων - δηλαδή αναλυτή μίας και μοναδικής οικονομικής συγκυρίας. Η κατηγορία που του προσάπτουν οι επικριτές του είναι ότι δεν έχει επινοήσει μια «γενική θεωρία», όπως ισχυριζόταν ο ίδιος, αλλά μια θεωρία των οικονομικών κρίσεων. Κατά την προσωπική μου άποψη, η παραπάνω κατηγορία είναι αβάσιμη για δύο λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι ο Keynes πίστευε πως οι μεγάλες οικονομικές κάμψεις ήταν πάντοτε πιθανές σε ένα αυτορρυθμιζόμενο σύστημα αγοράς και, γι’ αυτό, οι κυβερνήσεις όφειλαν να αποτρέπουν το ενδεχόμενο αυτό. Στον πυρήνα της οικονομικής του θεωρίας βρίσκεται η τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία ότι οι κρίσεις αυτές δεν αποτελούν «γεγονότα που συμβαίνουν μία φορά στα εκατό χρόνια», αλλά ένα ενδεχόμενο πιθανό ανά πάσα στιγμή.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι ο Keynes ήταν ηθικολόγος, με την ευρεία έννοια της λέξης. Πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού του υπήρχε το ερώτημα: Ποιος είναι ο σκοπός των οικονομικών; Πώς η οικονομική δραστηριότητα συνδέεται με το «ευ ζην»; Πόση ευημερία χρειαζόμαστε για να ζούμε «συνετά, ευχάριστα και καλά»; Το μέλημα αυτό εδραζόταν στην ηθική του G. E. Moore και τον κοινό τρόπο ζωής της Ομάδας Μπλούμσμπερι. Σε γενικές γραμμές, ο Keynes θεωρούσε ότι η οικονομική πρόοδος απελευθέρωνε τους ανθρώπους από τον σωματικό μόχθο, μαθαίνοντάς τους να ζουν όπως «τα κρίνα του αγρού», αποδίδοντας περισσότερη αξία στο σήμερα παρά στο αύριο και απολαμβάνοντας τη φευγαλέα στιγμή. ……/…….. Η εμβριθής σύλληψη της κοινωνικής ύπαρξης από τον Keynes τον φέρνει σε διάσταση τόσο με την οικονομική σκέψη της σημερινής εποχής όσο και με αυτή της εποχής του. Διατεινόταν ότι ο φόβος του αγνώστου διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση της θρησκείας, των τελετουργιών, των κανόνων, των δικτύων και των συμβάσεων της εκάστοτε κοινωνίας. Για τον Keynes, τα συστήματα πεποιθήσεων και οι θεσμοί επιδιώκουν να εξοπλίσουν τους ανθρώπους με το σθένος που χρειάζονται για να αντιμετωπίσουν το άγνωστο και το ανεπίγνωστο. Η αντίληψη αυτή πόρρω απέχει από την προσφιλή στους οικονομολόγους εικόνα του μεμονωμένου ατόμου που μεγιστοποιεί τα βασικά αγαθά του μέσα από μια, κατά κάποιον τρόπο, ενορατική φώτιση που αποφέρει απολύτως εύστοχες προγνώσεις.

……/……... Στο επίκεντρο των πρώτων ερμηνευτικών προσεγγίσεων του έργου του δεν ήταν οι θέσεις του για τα αίτια της κρίσης (γιατί τα πράγματα πήγαν άσχημα), αλλά για τα αίτια της παρατεταμένης διάρκειάς της (γιατί εξακολούθησαν να πηγαίνουν άσχημα). Ο Keynes, τεκμηριώνοντας τη δυνατότητα «ισορροπίας σε κατάσταση υποαπασχόλησης» (underemployment equilibrium), όπως λένε οι οικονομολόγοι, έστειλε ένα βαρυσήμαντο μήνυμα στους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής της εποχής του, καθώς υποδείκνυε ότι η πολιτική παρέμβαση μπορούσε να οδηγήσει σε βέλτιστη ισορροπία. Στις μέρες μας -και, για ευνόητους λόγους, στην παρούσα φάση της οικονομικής κατάρρευσης- έχουμε στρέψει το ενδιαφέρον μας στα αίτια της αστάθειας του χρηματοοικονομικού συστήματος. Αυτό δεν αποτελεί το βασικό θέμα του έργου του General Theory of Employment, Interest and Money [Γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος] (1936), ενός έργου που γράφτηκε στο χαμηλότερο ή σχεδόν στο χαμηλότερο σημείο της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης. Ωστόσο, σε ένα βαρυσήμαντο κεφάλαιο του βιβλίου -το Κεφάλαιο 12- ο Keynes εξηγεί γιατί οι οικονομικές αγορές είναι ασταθείς, ενώ ένα χρόνο μετά, ανακεφαλαιώνοντας τις βασικές ιδέες της Γενικής Θεωρίας, έθεσε στο επίκεντρο της θεωρίας του τη χρηματοοικονομική αστάθεια. Εδώ ο Keynes υποστηρίζει ότι η «ριζική αβεβαιότητα» είναι υπεύθυνη για την αστάθεια των οικονομιών και παρεμποδίζει τη γοργή ανάρρωσή τους από τις αιφνίδιες διαταραχές. Η μετατόπιση της εστίασης του ενδιαφέροντος από τον Keynes της «ισορροπίας με υποαπασχόληση» στον Keynes των «αβέβαιων προσδοκιών» επιτρέπει την άμεση αντιδιαστολή ανάμεσα στις σύγχρονες θεωρίες του κινδύνου και της διαχείρισης του κινδύνου, από τη μια, και της κεϋνσιανής θεωρίας της αβεβαιότητας και της μείωσης της αβεβαιότητας, από την άλλη.

Ο Keynes είχε μια πολιτική επιδίωξη. Υποστήριζε ότι, αν οι κυβερνήσεις δεν λάμβαναν μέτρα για να σταθεροποιήσουν τις οικονομίες της αγοράς σε μια κατάσταση πλήρους απασχόλησης, το αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα των αγορών θα χανόταν, αφήνοντας έτσι ελεύθερο πολιτικό χώρο σε ακραία στοιχεία που θα προσφέρονταν να επιλύσουν το οικονομικό πρόβλημα καταργώντας τις αγορές, την ειρήνη και την ελευθερία. Αυτή ήταν συνοπτικά η κεϋνσιανή «πολιτική οικονομία». Με την εξαιρετικά γόνιμη καθοδήγηση που μας παρέχει ο Keynes μπορούμε να κατανοήσουμε τη βαθιά ύφεση στην οποία βρισκόμαστε, να προτείνουμε πολιτικές εξόδου από αυτή, να διασφαλίσουμε -όσο αυτό είναι ανθρωπίνως δυνατόν- ότι στο μέλλον θα αποφευχθούν ανάλογες κακοτοπιές και, τέλος, να συλλάβουμε την ανθρώπινη κατάσταση. Αυτά είναι τα στοιχεία που καθιστούν επίκαιρο τον Keynes στις μέρες μας.

ΠΗΓΗ: Robert Skindelsky, KEYNES επιστροφή στην διδασκαλία του, Κριτική, 2012, σελ 23-26[http://www.kritiki.gr/index.php?page=shop.product_details&product_id=2543&category_id=68&flypage=flypage.tpl&option=com_virtuemart&Itemid=1]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου